μεγιστοάνασσα

μεγιστοάνασσα
μεγιστο-άνασσα [ᾰν], ,
A greatest of queens, of Hera, B.18.21.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μεγιστοάνασσα — μεγιστοάνασσα, ἡ (Α) (προσωνυμία τής Ήρας) η πρώτη ανάμεσα στις βασίλισσες, η μεγαλύτερη από τις βασίλισσες («μεγιστοάνασσα κέλευσε χρυσόπεπλος Ἥρα», Βακχυλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγίστη + ἄνασσα (πρβλ. ευρυ άνασσα, υμνο άνασσα)] …   Dictionary of Greek

  • μεγιστοάνασσα — greatest of queens fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”